Βέβαιος πως ο Ολυμπιακός θα φτάσει πολύ ψηλά και φέτος εμφανίστηκε ο Γιώργος Μπαρτζώκας σε συνέντευξή του στην ιστοσελίδα της FIBA Europe.
Αναλυτικά η συνέντευξη:
-Ένα κλισέ αναφέρει πως είναι πιο δύσκολο να υπερασπιστείς έναν τίτλο από το να τον κατακτήσεις την πρώτη φορά. Ποια ήταν η εμπειρία σας;
«Αυτό που πρέπει να πω είναι ότι τίποτα δεν ήταν δυσκολότερο από την περασμένη σεζόν. Δεν ξέρω πού θα φτάσουμε αυτή τη σεζόν, θεωρώ πως θα πάμε μακριά και πάλι και ξέρω πως θα είμαστε ανταγωνιστικοί όπως πρέπει σε όλες τις διοργανώσεις. Όμως δεν υπάρχει περίπτωση η δουλειά μας να είναι δυσκολότερη από πέρσι. Η καθημερινή δουλειά είναι εύκολη, υπό την έννοια ότι έχουμε ένα καλό τιμ, παίκτες και διοίκηση που κάνει τα πράγματα να κυλούν ήρεμα, αλλά η διαχείριση μιας ομάδας που μόλις είχε κατακτήσει τον τίτλο όπως τον είχε πάρει στην Πόλη, σαν αουτσάιντερ, ήταν μεγάλη πρόκληση. Από τη μια στιγμή στην άλλη, αυτή η ομάδα πήγαινε παντού με τον τίτλο του πρωταθλητή και όλοι περίμεναν να κερδίζει έτσι. Από τη στιγμή που το πετύχαμε αυτό και δεδομένου ότι πλέον γνωρίζω την ομάδα καλύτερα, φέτος ήταν πιο εύκολο να δουλέψω το καλοκαίρι στα ατού και τις αδυναμίες, πάντα μέσα στα όρια του μπάτζετ μας. Το μπάτζετ μας δεν είναι ανάμεσα στα μεγαλύτερα στην Ευρώπη, αλλά έτσι έπρεπε να είναι. Με τα τωρινά δεδομένα στην ελληνική κοινωνία, το μπάτζετ μιας ομάδας μπάσκετ δεν θα έπρεπε να είναι μεγαλύτερο».
-Το καλοκαίρι υπήρχαν σημαντικές αλλαγές στο ρόστερ σας, αλλά ο Ολυμπιακός άρχισε καλύτερα από ποτέ. Πώς μπορεί μία ομάδα να διατηρήσει αυτό το πνεύμα νικητών παρά τις αλλαγές προσώπων;
«Η συνέπεια στο τιμ ήταν το πρώτο πράγμα. Οι παίκτες μας είναι σε πολύ καλή ηλικία, η καριέρα τους είναι σε ανοδική πορεία, ο κορμός μας είναι περίπου στα 23 και έχουν κατακτήσει ήδη δύο Ευρωλίγκες. Ο Σπανούλης είναι φυσικά ένα ξεχωριστό και πολύτιμο κεφάλαιο. Ο μόνος παίκτης που προσθέσαμε στην περιφέρεια ήταν ο Λοτζέσκι, που επίσης είναι σε πολύ καλή ηλικία κι ένας παίκτης νικητής. Πιστεύω πως αν υπήρχαν σημαντικές αλλαγές στο σταφ, θα έκανε μεγάλη διαφορά αυτό. Όμως το γεγονός ότι διατηρήσαμε την ομοιογένειά μας, βοήθησε πολύ. Στην ουσία αλλάξαμε μόνο τους ψηλούς μας, λόγω ειδικών συνθηκών. Αυτό που ψάχναμε ήταν ψηλοί παίκτες με αθλητικά προσόντα και το βασικό κριτήριο για να τους αποκτήσουμε ήταν να είναι παίκτες ομάδας και με υψηλό κίνητρο. Το κίνητρο είναι βασικό συστατικό στον αθλητισμό αν θέλεις να πετύχεις».
-Γίνατε ο πρώτος Έλληνας προπονητής που κατέκτησε την Ευρωλίγκα, αν και αρκετοί άλλοι το είχαν επιχειρήσει σε άλλα 10 Final Four. Τι σας έκανε να το πετύχετε αυτό πρώτος;
«Πιστεύω πως πήγα στην κατάλληλη ομάδα την κατάλληλη στιγμή. Κι όταν λέω ομάδα, εννοώ ολόκληρο το σύλλογο, σαν οργανισμό, που δημιούργησε άριστες συνθήκες εργασίας. Μπορεί συχνά να είναι θέμα συγκυριών και από την άποψη αυτή ήμουν τυχερός και έγινα ο πρώτος Έλληνας προπονητής που παίρνει την Ευρωλίγκα. Η αλήθεια είναι πως στην αρχή δεν το είχα συνειδητοποιήσει, αλλά όσο περνούσε ο καιρός έβλεπα την αναγνώριση των ανθρώπων του ευρωπαϊκού μπάσκετ στα ταξίδια μας, όπως και των φιλάθλων μας στην Ελλάδα. Αυτό με κάνει χαρούμενο».
-Σχεδόν όλες οι ομάδες στην Α1 έχουν Έλληνες προπονητές και πολλοί συμπατριώτες σας εργάζονται με επιτυχία στο εξωτερικό. Βλέπετε τους Έλληνες προπονητές να διαπρέπουν σε εποχές κρίσης;
«Σίγουρα αυτό έχει να κάνει ως ένα σημείο με την οικονομική κρίση. Καθώς οι ομάδες άρχισαν να μειώνουν τα μπάτζετ τους στράφηκαν σε Έλληνες προπονητές όλο και περισσότερο. Αυτό όμως δεν έγινε μόνο στην Ελλάδα, αλλά για παράδειγμα και στην Ισπανία, όπου ο Λάσο, ο Πασκουάλ και ο Πλάθα είναι πλέον προπονητές του υψηλότερου επιπέδου. Αν δεν υπήρχαν οι περιορισμοί στα μπάτζετ, ίσως να μην τους δινόταν η ευκαιρία να το αποδείξουν. Πέρα από αυτό, ο σύνδεσμος Ελλήνων προπονητών (ΣΕΠΚ) κάνει εξαιρετική δουλειά με σεμινάρια, ώστε το ελληνικό μπάσκετ να παραμένει στο υψηλότερο επίπεδο από τακτικής πλευράς. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι προπονητές αυτοί απλώς περίμεναν μια ευκαιρία να δουλέψουν».
-Τελειώσατε την καριέρα σας σαν παίκτης και αρχίσατε την προπονητική στη δεκαετία του 1980, όταν οι Αμερικανοί παίκτες και προπονητές θεωρούνταν πως ανήκαν σε άλλο γαλαξία. Πλέον οι Ευρωπαίοι παίκτες φαίνεται πως έχουν καλύψει το χάσμα. Μπορεί ένας προπονητής που έχει πάρει την Ευρωλίγκα να θεωρεί πως υστερεί έναντι των Αμερικανών συναδέλφων του;
«Για να βελτιώνεσαι, πρέπει να παίρνεις στοιχεία από άλλους και αυτό δεν σημαίνει μόνο να αφομοιώνεις τα θετικά, αλλά να πετάς και τα αρνητικά στοιχειά. Οι ΗΠΑ είναι η χώρα που γεννήθηκε το μπάσκετ, άσχετα αν σε κάποιον αρέσει το στυλ του ΝΒΑ ή όχι. Ίσως να είναι αλήθεια ότι εκεί το παιχνίδι είναι περισσότερο show, όπου όλα περιστρέφονται γύρω από τη δύναμη των σταρ, αλλά δεν παύει να έχουν γεννήσει εκεί το μπάσκετ και εμείς μπορούμε να πάρουμε πολλά θετικά στοιχεία από εκεί. Το ευρωπαϊκό στυλ αναπτύχθηκε διαφορετικά, πιθανώς επειδή είχαμε υστέρηση σε αθλητικά προσόντα, οπότε βασίστηκε περισσότερο στην ομαδική προσπάθεια. Πλέον όμως και το παιχνίδι στην Ευρώπη έχει υψηλό βαθμό αθλητικών στοιχείων. Πάντως πιστεύω πως το γεγονός ότι δεν υπάρχει ένας Ευρωπαίος προπονητής σε ομάδα του ΝΒΑ κάτι σημαίνει».