Θέλουν οι άνδρες να κάνουν οι γυναίκες το πρώτο βήμα;

ΕΝΑ «ΝΑΙ» ΚΑΙ ΕΝΑ «ΟΧΙ»

Το σεξ με τη Στέλλα ήταν πυρηνικό. Και ας ήμουν τόσο χάλια από την προηγούμενη νύχτα. Μπράβο στο κορίτσι. Μετά σεβάστηκε το χάλι μου (πρέπει να με πήρε ο ύπνος στα 33 δευτερόλεπτα), με σκέπασε και έφυγε κυρία. Με τη Γεωργία δεν ξαναμίλησα ποτέ στο τηλέφωνο. Και στο γραφείο, όταν την έβλεπα από μακριά, έκοβα λίγο ρυθμό στο βήμα για να μη χρειαστεί να πάρω το ίδιο ασανσέρ ή έκανα μεταβολή, δήθεν ότι θυμήθηκα κάτι ξαφνικά, και ξανάμπαινα στο γραφείο μου για να αποφύγω ένα τετ-α-τετ στο διάδρομο. Γιατί «ναι» στη Στέλλα σε μια βραδιά που δεν πολυζητούσα το σεξ και γιατί «όχι» στη Γεωργία όταν το τηλεφώνημά της έμοιαζε με μάννα εξ ουρανού;

Η απάντηση δεν είναι και τόσο απλή. Κατ’ αρχάς δεν έχει να κάνει με το αν είχα ή όχι διάθεση για σεξ. Υπάρχουν ιστορίες όπου ψαχνόμουν για σεξ κι εκείνη έκανε το πρώτο βήμα κι εγώ, φυσικά, πήγα. Υπάρχουν κι άλλες, με την εξίσωση δεν/δεν. Αυτές οι τέσσερις-πέντε ιστορίες στο σύνολο είναι αρκετές για να βγει το συμπέρασμα. Του γιατί ένας άνδρας μπορεί να ξενερώσει όταν εκείνη κάνει το πρώτο βήμα.

Επαναλαμβάνω: δεν έχει να κάνει με τη δική μου διάθεση. Ούτε έχει να κάνει με το πόσο ωραία ή άσχημη είναι. Φυσικά το να είναι το σύγχρονο αντίστοιχο της Άβα Γκάρντνερ βοηθάει στο να ενδώσω. Αλλά δεν κρίνουν αυτά την τελική απόφαση. Σχεδόν δεν παίζει καν ρόλο αν τίθεται θέμα «αντροσύνης» και παιξίματος του ρόλου του «Α-αρσενικού». Δηλαδή θα είχε περισσότερη αδρεναλίνη για μένα (και credits αυτοεπιβεβαίωσης) το να πήγαινα εγώ στη Στέλλα αντί να ερχόταν αυτή σ’ εμένα ή να τηλεφωνούσα εγώ στη Γεωργία -αλλά ούτε κι αυτό θα έκρινε το τελικό αποτέλεσμα.

Το σημείο-κλειδί σε όλο αυτό το κείμενο είναι η κατάληξη των δύο ιστοριών. Το σεξ και το μη σεξ. Όταν εκείνη κάνει το πρώτο βήμα, οι προθέσεις της δεν είναι πάντα τόσο ταπεινές όσο όταν το κάνω εγώ. Της Στέλλας, δηλαδή, ήταν. Πόσο πιο σαφές ύστερα από τόσες ματιές, χαμόγελα, ύστερα από αυτή την ατάκα και μετά το γεγονός ότι με είχε δει να τρώω χυλόπιτα μισή ώρα πριν έλθει σ’ εμένα; Της Γεωργίας όμως; Μπορεί εγώ να έδινα «ναι» στο πρωταρχικό, προαιώνιο, κυρίαρχο εσωτερικό ερώτημα ενός άνδρα με το που βλέπει μια γυναίκα αλλά στο μυαλό μου δεν είχα τη Γεωργία να θέτει ακριβώς τα ίδια ερωτήματα στον εαυτό της.

Οk, υπήρχε μια περίπτωση να είχα κάνει λάθος εκτίμηση και η Γεωργία να με έπαιρνε γιατί ήθελε σεξ της μιας νύχτας και μόνο. Αλλά υπήρχε η μεγαλύτερη περίπτωση η φαντασίωση να μετατραπεί πολύ εύκολα σε εφιάλτη. Σε «σχέση γραφείου» ή σε «γιατί δεν θες να κάνουμε σχέση (έστω γραφείου), βρε Παναγιώτη;» ή σε «ναι, κορίτσια, πήγα σπίτι του χθες το βράδυ και περάσαμε σούπερ». Και αυτό το τελευταίο θα έδινε πολύ περισσότερες πιθανότητες στο να μην καταφέρω ποτέ να κάνω τίποτα μ’ εκείνο το αγγελικό πλάσμα, τη Βασιλική, τη «διπλανή» της Γεωργίας στο γραφείο, παρά στο να κάνω. Και μπορεί στο πρωταρχικό, προαιώνιο, κυρίαρχο εσωτερικό ερώτημα ενός άνδρα με το που βλέπει μια γυναίκα να απαντούσα «ναι» για τη Γεωργία αλλά για τη Βασιλική απαντούσα είκοσι πέντε «ναι» και δεν είχα κανένα σκοπό να αφήσω τις πιθανότητές μου να πάνε στο βρόντο.

Πηγή : marieclaire.gr