Αττίλιο ζείς, εσύ μας οδηγείς… Σαν σήμερα η σάλπιγγα του θρυλικού «Αττίλιο» σίγασε για πάντα… (Vid)

Δείτε την εκπομπή μας

Είναι κομματάκι ζόρικο να γράφεις για ιστορικές μορφές του Θρύλου μας, που δεν βρίσκονται ανάμεσά μας πιά. Όσο και να προσπαθήσεις, τα δάκρυα από τις αναμνήσεις θολώνουν τα μάτια σου. Γιατί το θλιβερό σημερινό μας αφιέρωμα είναι για έναν οπαδό μας από τους πλέον καταξιωμένους και μάχιμους που είδαν ποτέ τα μάτια μου. Αδέρφια, υποκλιθείτε μαζί μου στον σαλπιστή των χαρών μας , τον μέγιστο Αττίλιο.

Γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1942. Το κανονικό του ονοματεπώνυμο, ήταν Βασίλης Δουρίδας. Ήταν ενεργός οπαδός, που ξεσήκωνε τους συνοπαδούς του στην κερκίδα του Ολυμπιακού μας, αλλά και της Εθνικής ομάδας με την σάλπιγγά του. Ήταν πραγματικό τοτέμ της εξέδρας μας. Ο ίδιος σε κατ’ ιδίαν κουβέντα με τον υπογράφοντα, είχε παραδεχθεί ότι έγινε Ολυμπιακός από πιτσιρικάς κυρίως από αντίδραση στον βάζελο πατέρα του. Έστω κι από..σπόντα, όμως, κερδίσαμε έναν πανάξιο οπαδό.

Μια Κυριακή ,στο γεμάτο από κόσμο Καραϊσκάκη ένας ευτραφής κύριος κρατώντας στο χέρι του μια σάλπιγγα, προσπαθεί να πάρει τη θέση του κάτω απ’ το ρολόι της παλιάς θύρας 7. Βιαστικός καθώς είναι, παρασέρνει όποιον βρίσκει στο διάβα του, μέχρι που κάποιος απ’ αυτούς γυρνάει αγανακτισμένος και του λέει: «Σιγά ρε φίλε, ο Αττίλιο (διάσημος παλαιστής της εποχής) είσαι;» Αυτό ήταν! Ο θρυλικός «Αττίλιο» του Ολυμπιακού είχε μόλις «γεννηθεί». Από μικρός ήταν αυτό που λέμε «άρρωστος» Ολυμπιακός, δίνοντας το παρών σε όλες τις αναμετρήσεις των Πειραιωτών, έχοντας πάντα μαζί του μια σάλπιγγα, με την οποία συντόνιζε τα συνθήματα του Φαληρικού σταδίου, και όχι μόνο. Ήταν τόσο μεγάλο το πάθος του για την αγαπημένη του ομάδα, που αργότερα σαν τεταρτοετής φοιτητής της Ιατρικής, θα παρατήσει τις σπουδές του, ούτως ώστε να μπορεί να παρακολουθεί απερίσπαστος τα ματς των «ερυθρολεύκων».

Έγινε «ιερό σύμβολο» της εξέδρας στο Καραϊσκάκη. Μόλις ακουγόταν η «θρυλική» σάλπιγγα, οι πάντες σιωπούσαν. Τσιγάρα, καφέδες, σάντουιτς, ότι κρατούσε ο καθένας εκείνη την ώρα στο χέρι του, έπεφτε όπως – όπως στο κρύο μπετόν . Τα χέρια σηκώνονταν ψηλά! Μικροί, μεγάλοι, επίσημοι και «λαϊκοί», όλοι περίμεναν με αγωνία το μουσικό παράγγελμα του ξακουστού σαλπιγκτή. Εκείνος έπαιζε με την σάλπιγγά του το γνωστό “πολεμικό” παιάνα, για να ακολουθήσουν έπειτα οι οπαδοί με την ουρανομήκη ιαχή «Ο-λυ-μπι-ακός, Ο-λυ-μπι-ακός, Ο-λυ-μπι-ακός», που δονούσε την ατμόσφαιρα και έδινε ώθηση στα πόδια των ποδοσφαιριστών του Θρύλου μας.

Ωστόσο, η δημοσιότητα αυτή δεν του έβγαινε πάντοτε σε καλό, καθώς ουκ ολίγες φορές αποτέλεσε στόχο άνανδρων αντιπάλων οπαδών, οι οποίοι έβλεπαν στο πρόσωπο του μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για εκδίκηση, καθώς τ’ όνομα του αείμνηστου Αττίλιο ήταν συνυφασμένο με τον Ολυμπιακό. Ακόμα και η οικογένεια του, τον είχε κατά κάποιον τρόπο «επικηρύξει» καθώς το μόνο σπίτι που ήξερε ήταν το στάδιο Καραϊσκάκη και αργότερα το ΣΕΦ.

Η ατίθαση ζωή που έκανε σε συνδυασμό με τον ένθερμο χαρακτήρα του, είχαν προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά στην υγεία του, που λόγω και της ηλικίας του ήταν ιδιαίτερα καταπονημένη. Ακόμα και οι γιατροί τον συμβούλευαν να αφήσει το γήπεδο και την τρομπέτα γιατί τα πνευμόνια του ήταν σε άθλια κατάσταση, όμως αυτός ήταν εκεί…

Στην ιδιωτική του ζωή ήταν ένας ευγενέστατος, συγκρατημένος και γλυκομίλητος άνθρωπος. Εργαζόταν στην Αθήνα στον ιδιωτικό τομέα ως υπάλληλος μιας τράπεζας αίματος στην πλατεία Κάνιγγος.

Το βράδυ της 11-11-1994 ο Βασίλης Δουρίδας άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία μόλις 52 χρονών, εξαιτίας ενός πνευμονικού οιδήματος που τον ταλαιπωρούσε.

ΥΓ: Δυναμώστε όλοι παρακαλώ τα ηχεία σας και ακούστε τον ΜΟΝΑΔΙΚΟ στο είδος του Αττίλιο σε δράση.